Το καλοκαίρι είναι η κατ’ εξοχήν περίοδος για να ακούσει κάποιος reggae. Παραλία, χαλαρή διάθεση, καλοκαιρινά κοκτέηλ και το μυαλό ελεύθερο από έγνοιες, να ταξιδεύει σε άλλες καταστάσεις. Μπορεί οι περισσότεροι να ξέρουν τον Μεγάλο Bob Marley και η μουσική αυτή κάκιστα να έχει ταυτιστεί μόνο με μια συγκεκριμένη εποχή του χρόνου, υπάρχουν όμως πολλοί ακόμα καλλιτέχνες που έχουν συμβάλλει στο να είναι αυτό το είδος μουσικής από τα πλέον αγαπητά στο κοινό, γιαυτό και θα σας παρουσιάσουμε κάποια από τα πιο χαρακτηριστικά της album, όπως τα συγκέντρωσε το site Rocking.gr και εμείς τα αναδημοσιεύουμε.. Mια πολύ καλή αφορμή για να ασχοληθεί κάποιος με ένα είδος μουσικής που κρύβει άπειρα διαμάντια.. Καλή ανάγνωση!
1. Jimmy Cliff – The Harder They Come (Island – 1972)
Είναι εντυπωσιακό να σκεφτεί κανείς ότι, την εποχή που κυκλοφορούσε η συγκεκριμένη συλλογή – soundtrack, η reggae ήταν μία σκηνή που αφορούσε σχεδόν αποκλειστικά τους κατοίκους της Jamaica και λίγους πεφωτισμένους «Δυτικούς». Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που το άλμπουμ αυτό περιέχει μερικές από τις πιο εύπεπτες και «αμερικάνικα» μαύρες μελωδίες της reggae ιστορίας κάνοντας απευθείας σύνδεση με τη soul μουσική (βλ. “Many Rivers To Cross”). Αποτελεί ουσιαστικά τη μουσική που συλλέχθηκε από παλιότερες κυκλοφορίες ειδικά για την ταινία με το ίδιο όνομα όπου πρωταγωνιστούσε ο Jimmy Cliff. Παρόλο όμως που το δικό του μόνο όνομα φιγουράρει στο εξώφυλλο, συμμετέχουν με σημαντικές συνεισφορές και άλλα συγκροτήματα και καλλιτέχνες όπως οι Melodians, οι Maytals, o Scotty, ο Desmond Dekker κ.α.
Τραγούδια – κλειδιά: “Draw Your Breaks”, “Rivers Of Babylon”
2. Bob Marley & The Wailers – Catch A Fire (Island – 1973)
Από το εμβληματικό πλέον εξώφυλλο μέχρι και την τελευταία νότα του, αυτό είναι το απόλυτο reggae άλμπουμ ακόμα κι αν δεν περιλαμβάνει παρά μία μόλις από τις πολλές επιτυχίες του Marley (“Stir It Up”). Με λιτή ενορχήστρωση σε αντίθεση με τις μεταγενέστερες πολύ πλουσιότερες, εδώ αναδεικνύεται η απόλυτη αρμονία και σύμπτωση ταλέντων που ήταν οι Wailers, ειδικά, δε, λάμπει η κιθάρα του Peter Tosh. Με τραγούδια που μοιράζονται ανάμεσα στα κοινωνικά και τα πιο ανάλαφρα, καταφέρνει ταυτόχρονα να έχει έναν τέτοιο εσωτερικό ρυθμό που αν δε σε ξεκουνήσει μάλλον βρίσκεσαι σε κώμα. Αποτέλεσε την θριαμβευτική είσοδο του Marley στην Ευρώπη, καθώς ήταν και ο πρώτος του δίσκος για την Island, που στη συνέχεια θα τον στηρίξει και θα τον αναδείξει σε παγκόσμιο αστέρα με τη βοήθεια του Eric Clapton που ένα χρόνο αργότερα θα διασκευάσει το “I Shot The Sherriff”.
Τραγούδια – κλειδιά: “Stir It Up”, “No More Trouble”
3. Toots & The Maytals – In The Dark (Dragon – 1973)
Από τα παλιότερα συγκροτήματα του χώρου, όταν ακόμα η μουσική έκανε τα πρώτα της βήματα ως rocksteady. Κατά μία θεωρία, μάλιστα, η λέξη reggae ξεκινάει από ένα δικό τους τραγούδι (“Do The Reggay”, 1968). Με πιο απλούς ρυθμούς, έναν καταπληκτικό με οποιαδήποτε μέτρα τραγουδιστή και αρκετά δυτική προσέγγιση, το μόνο που λείπει στο “In Τhe Dark” είναι η ομοιομορφία. Εκεί που θυμίζει gospel μουσική (“In The Dark”), μπορεί να διασκευάσει country folk (“Take Me Home Country Roads”), να στραφεί στη funk (“Having A Party”), αλλά και να παραδώσει ένα αρχετυπικό reggae τραγούδι (“54-46 Was My Number”) που όμως ξεκινάει σαν κλασικό blues. Δικαιολογημένο εν μέρει, καθώς πρόκειται για μίξη νέων τραγουδιών με παλιότερων που είχαν κυκλοφορήσει σε single. Ίσως ο λιγότερο απόλυτα «reggae» δίσκος της 15άδας αλλά και τόσο αυθεντικός ταυτόχρονα.
Τραγούδια – κλειδιά: “54-46 Was My Number”, “Revolution”
4. Burning Spear – Marcus Garvey (Fox – 1975)
Ο Burning Spear (γεννημένος ως Winston Rodney) θα ξεκινήσει την καριέρα του βοηθούμενος από το συντοπίτη του, Bob Marley, και θα επιλέξει στο τρίτο του άλμπουμ να αφιερωθεί στην ιστορία ενός άλλου συντοπίτη του, του τοπικού Τζαμαϊκανού ήρωα, Marcus Garvey. Βάζοντας ένα σημαντικό λιθαράκι στο να καθιερωθεί η reggae μουσική να έχει πολιτική και κοινωνική χροιά, ο Burning Spear κυκλοφορεί έναν καθαρά ξεσηκωτικό δίσκο με πολλές αναφορές στη μαύρη υπερηφάνεια και τη συνέχεια της μαύρης φυλής στην Ιστορία. Μουσικά κινείται σε ατμοσφαιρικά μονοπάτια και ρυθμούς ιεροτελεστίας με πολλαπλά φωνητικά και λιτή ενορχήστρωση. Αμέσως μετά την τοπική κυκλοφορία του δίσκου αυτού, έτρεξε να τον υπογράψει η Island και να τον κυκλοφορήσει διεθνώς.
Τραγούδια – κλειδιά: “Marcus Garvey”, “Invasion”
5. Max Romeo & The Upsetters – War Ιna Babylon (Island – 1976)
Ο προσωπικός αγαπημένος reggae δίσκος του γράφοντα, είναι από τους λίγους που δεν έχουν κανένα αδύναμο κομμάτι ακόμα και για τα πιο απαίδευτα αυτιά. Συγκεντρώνει όλα τα στοιχεία που θα περιμένει κανείς από τη reggae, τόσο μουσικά όσο και στιχουργικά, με πρώτη την χαρακτηριστικά τζαμαϊκανή φωνή του Max Romeo. Και αυτό σίγουρα δεν είναι τυχαίο, καθώς πίσω από την κονσόλα αλλά και ως συνθέτης συμμετέχει η εμβληματική μορφή του χώρου, Lee ‘Scratch’ Perry. Οι Upsetters αποτελούσαν μάλιστα την μπάντα των περίφημων Black Ark στούντιο του προαναφερθέντα που εδώ παίρνουν κανονικό credit και στο εξώφυλλο. Και γιατί όχι αφού και σε αυτούς οφείλεται η εξαιρετική σκοτεινή ατμόσφαιρα και φυσικά τα ανεπανάληπτα grooves. Οι Prodigy θα χρησιμοποιήσουν σχεδόν ολόκληρο το ρεφρέν του “I Chase The Devil” και θα το κάνουν ακόμα πιο διάσημο σε νέες γενιές ακροατών.
Τραγούδια – κλειδιά: “One Step Forward”, “Uptown Βabies Don’t Cry”, “I Chase The Devil”
6. Bunny Wailer – Blackheart Man (Solomonic – 1976)
Τo 1976 βρήκε το πρώην βασικό τρίο των Wailers να τραβάει ο καθείς το δρόμο του, με τον Marley να κρατάει το όνομα αλλά τους άλλους δύο να κυκλοφορούν καλύτερους δίσκους (για τη χρονιά εκείνη). Ο Bunny Wailer δεν απήλαυσε ποτέ τη φήμη και τη δόξα των άλλων δύο, δικαιολογημένα ίσως, αλλά σε αυτήν εδώ την πρώτη του κατάθεση αποδεικνύει ότι είναι ικανός με την εύθραυστη φωνή του να προσφέρει ένα άλμπουμ γεμάτο συναισθηματισμούς. Οι απέριττοι στίχοι του έχουν μία συγκινητική αμεσότητα και γενικά το αποτέλεσμα προκύπτει χαμηλών τόνων, αλλά ζεστό και προσωπικό. Συνεπικουρείται κατά τις ηχογραφήσεις από όλους τους Wailers, λιγότερο ή περισσότερο.
Τραγούδια – κλειδιά: “Dreamland”, “Fighting Against Convictions”
7. The Heptones – Party Time (1976)
Έχοντας ήδη μιλήσει για τη σχέση της reggae με τη soul μουσική, μπορούμε να υποθέσουμε ότι τα φωνητικά τρίο της reggae ήταν η απάντηση της Τζαμάικα στο doo wop της Αμερικής. Από αυτά, οι Mighty Diamonds ξεχώρισαν για την ελαφρότητά τους, οι Abyssinians για τη βαθιά θρησκευτικότητά τους, αλλά τελικά οι Heptones στο “Party Time” δείχνουν να αποδίδουν καλύτερα τη συγκεκριμένη φόρμα. Με πιο περιορισμένη ενορχήστρωση, προορισμένη να κρατάει απλώς το ρυθμό, είναι τα φωνητικά, ειδικά δε τα δεύτερα και τρίτα, που ουσιαστικά διαφοροποιούν τη μουσική σε κάθε τραγούδι και διαμορφώνουν τη μελωδία του. Το “I Shall Be Released” του Bob Dylan μοιάζει να γράφτηκε για αυτούς. Δεν είναι reggae για όλους, αλλά όσοι το εκτιμήσουν θα απολαύσουν κάτι αρκετά διαφορετικό.
Τραγούδια – κλειδιά: “Serious Time”, “I Shall Be Released”
8. Augustus Pablo – King Tubby Meets The Rockers Uptown (Get On Down – 1976)
Εμβληματική μορφή για την τοπική σκηνή, ο Pablo, με πολλή δουλειά και στην ανάδειξη νέων μουσικών, συναντά εδώ τον dubster King Tubby. Η έμπνευση του Pablo να παίζει τη μελόντικα (εκείνο το παιδικό παιχνίδι που συνδυάζει πλήκτρα με πνευστά) σε συνδυασμό με τα εφέ της dub και την έμφαση σε μπάσο και drums, δημιουργούν ένα απόκοσμο αποτέλεσμα πρωτοποριακό και διαχρονικό. Αυτή η σχεδόν χωρίς καθόλου φωνή κυκλοφορία φαίνεται ίσως η πιο δύσκολη για «αρχάριους» αλλά είναι πολύ εύκολο να σε παρασύρει στα δικά της ρυθμικά και μελωδικά μονοπάτια αποδεικνύοντας ότι καμιά φορά και στη Reggae «τα λόγια είναι περιττά».
Τραγούδια – κλειδιά: “King Tubby Meets The Rockers Uptown”, “Stop Them Jah”
9. Peter Tosh – Equal Rights (Virgin – CBS 1977)
Ο τρίτος πρώην Wailer θα αναδειχθεί σταδιακά και στον έτερο εμπορικό πόλο έλξης της reggae μαζί με τον Bob Marley. Αποκορύφωμα αυτού ίσως να είναι το “Bush Doctor” που περιλαμβάνει και ένα διάσημο ντουέτο με τον Mick Jagger. Πολύ πιο αυθεντικός όμως θα αποδειχθεί στη δεύτερή του κυκλοφορία με έναν τίτλο που δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας για το νόημά του. Μουσικά δεν απομακρύνεται από τον ήχο του προηγούμενου συγκροτήματός του, αλλά στιχουργικά γίνεται όλο και πιο ρητός. Η κιθάρα του εξακολουθεί να αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό, ειδικά στο “Get Up, Stand Up” που έχει μία ιδιομορφία: Είναι το μοναδικό τραγούδι των Wailers (σύνθεση των Μarley και Tosh) που στην πορεία αποδόθηκε εκ νέου και από τα τρία πρώην μέλη τους στις προσωπικές τους δισκογραφίες. Εντυπωσιάζει ακόμα και η απόλυτα επιτυχημένη διασκευή στο “Sinnerman” ως “Downpressor Man”.
Τραγούδια – κλειδιά: “Get Up, Stand Up”, “Stepping Razor”, “Downpressor Man”
10. Junior Murvin – Police And Thieves (Island – 1977)
Τον επόμενο χρόνο από το εξίσου εμβληματικό “War Ina Babylon” του Max Romeo, ο Lee ‘Scratch’ Perry και πάλι στην «Μαύρη Κιβωτό» του παράγει το έτερο διαμάντι του αυτή τη φορά βοηθώντας τον Junior Murvin (μέχρι τότε κιθαρίστα του Marley) να ηχογραφήσει το “Police And Thieves” με πολλές soul αναφορές ειδικά στο falsetto τραγούδι του Murvin. H πιο ανάλαφρη ατμόσφαιρα που επικρατεί, τα μετρημένα μπάσα καθώς και το πιο χαλαρό παίξιμο των μουσικών δεν εμποδίζουν το ασύγκριτο groove να υψώνεται από κάθε σωστά τοποθετημένο πέρασμα πνευστού και χτύπημα πιατινιού. Το ομώνυμο τραγούδι έγινε τέτοια επιτυχία στη Μ. Βρετανία (όπου η Island για άλλη μια φορά ήξερε πώς να κάνει τη δουλειά της) που οι Clash στον πρώτο δίσκο τους ηχογράφησαν τη δική τους εκδοχή.
Τραγούδια – κλειδιά: “Police And Thieves”, “Lucifer”
11. Culture – Two Sevens Clash (Joe Gibbs Music – 1977)
Εμπνευσμένο από μία προφητεία που ήθελε να καταστρέφεται ο κόσμος όταν τα δύο επτάρια θα συναντιόντουσαν (7/7/1977), το άλμπουμ αυτό δημιούργησε για τον λόγο αυτό αίσθηση στη Τζαμάικα, αλλά καθαρά για τη μουσική του στον υπόλοιπο κόσμο. Είναι από τα πιο ολοκληρωμένα reggae άλμπουμ με πολύ καλή συνοχή, ποικιλία στα τραγούδια του και τις ενορχηστρώσεις, σε συνδυασμό με μία ευχάριστη αλλά και δυναμική ταυτόχρονα διάθεση. Δεν έχει το τραγούδι που θα μείνει χαραγμένο στο μυαλό αλλά, όπως αποδεικνύουν οι διαδοχικά εξαιρετικοί δίσκοι που κυκλοφόρησαν μετά από αυτόν εδώ τον πρώτο τους, οι Culture υπήρξαν η ήρεμη δύναμη στη reggae.
Τραγούδια – κλειδιά: “Get Ready To Ride The Lion In Zion”, “Two Sevens Clash”
12. Hugh Mundell – Africa Must be Free By 1983 (Message – 1978)
Παιδί θαύμα της τζαμαϊκανής σκηνής, ο Hugh Mundell ηχογράφησε στα 16 του αυτόν εδώ τον δίσκο που θεωρείται από τους επαΐοντες ως ένας από τους κορυφαίους της reggae. Η εφηβική, σχεδόν γυναικεία φωνή του ξεχωρίζει αμέσως τα τραγούδια του που αποκτούν έναν εύθραυστο χαρακτήρα. Παρακλητικά αλλά και περήφανα, τα τραγούδια του συνεχίζουν την ουμανιστική, αντιρατσιστική αλλά και επαναστατική νοοτροπία όλου του reggae κινήματος. Η μικρή διάρκεια του άλμπουμ βοηθάει, αλλά είναι η ποιότητα των συνθέσεων και η εξαιρετική διαδοχή από το ένα στο άλλο που κάνουν το άλμπουμ να ρέει σε κάθε ακρόαση. Μεγάλη συμμετοχή ως μέντορας αλλά και μουσικός έχει ο Augustus Pablo. Ειρωνικά, ο Hugh Mundell θα σκοτωθεί από πυροβολισμό το 1983!
Τραγούδια – κλειδιά: “Let’s All Unite”, “Africa Must Be Free By 1983”
13. Black Uhuru – Sinsemilla (Mango – 1980)
Ένα δεύτερης γενιάς συγκρότημα με αντρικά και γυναικεία φωνητικά, θα γίνει ένα από τα πιο καλλιτεχνικά αναγνωρισμένα μέλη της reggae κοινότητας επεκτείνοντας τη reggae σε ενορχήστρωση και πολυπλοκότητα. Σημαντικό ρόλο σε αυτό θα παίξουν οι έμπειροι Sly Dunbar και Robbie Shakespeare που σε drums και μπάσο αντίστοιχα θα αποτελέσουν το καλύτερο ρυθμικό ντουέτο του είδους και, δεδομένης της σημασία του ρυθμού στη reggae, ένα από τα καλύτερα στη σύγχρονη μουσική γενικότερα. Γνωστοί και ως Sly & Robbie ξεκίνησαν να παίζουν μαζί σε δίσκους και συναυλίες του Peter Tosh και έμειναν αχώριστοι συμμετέχοντας σε πολλές ηχογραφήσεις και άλλων καλλιτεχνών. Στο “Sinsemilla” αναλαμβάνουν και την παραγωγή γινόμενοι διπλά υπεύθυνοι για το σκοτεινό, ενδοσκοπικό αποτέλεσμα του ήχου του. Όσοι θεωρούν τη reggae αποκλειστικά χορευτική μουσική, εδώ θα αναθεωρήσουν. Κάπου εδώ μπορεί να αναζητηθεί και η αρχή της μελλοντικής εξέλιξης της reggae.
Τραγούδια – κλειδιά: “The World Is Africa”, “Happiness”
14. Steel Pulse – True Democracy (Elektra – 1982)
Οι πρώτοι, σε αυτό το αφιέρωμα, εκπρόσωποι του είδους, που δεν κατάγονται από τη Τζαμάικα δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι προέρχονται από τη Μ. Βρετανία, το μέρος όπου η reggae αγαπήθηκε σχεδόν όσο και στην πατρίδα της. Ενταγμένοι στο αλλαγμένο μουσικό τοπίο της δεκαετίας του ’80 έχουν απομακρυνθεί οι soul επιρροές προς χάριν μίας pop χορευτικής διάθεσης αλλά και πολύ δουλεμένων συνθετικά τραγουδιών που κάνουν εμφανή τη σύγχρονη Βρετανική μουσική επιρροή. Ακροβατώντας ανάμεσα στις εμπορικές κατευθύνσεις της μουσικής τους (που εντείνονταν από τις δισκογραφικές πιέσεις) και την αγνή αγάπη για την παραδοσιακή reggae, κατάφεραν μερικά χρόνια αργότερα να φτάσουν μέχρι και τα βραβεία Grammy. Στο “True Democracy”, όμως, έχουν βρει την καλύτερή τους ισορροπία.
Τραγούδια – κλειδιά: “Worth His Weight In Gold (Rally Round)”, “Ravers”
15. Alpha Blondy – Appartheid Is Nazism (1987)
Ο δεύτερος μόλις καλλιτέχνης του αφιερώματος που δεν κατάγεται από την Jamaica, αλλά ο μοναδικός που έβαλε στοιχεία και από τη δική του παράδοση και αυτό λέει πολλά. Ο Ιβοριανός Alpha Blondy παίρνει επιτέλους τη σκυτάλη που παραδοσιακά έτειναν οι Τζαμαϊκανοί στη «Μητέρα Αφρική» και από εκεί επαναπατρίζει το είδος στις ρίζες του. Με κλασική roots reggae διάθεση, blues κιθάρες αλλά και έντονο Αφρικανικό στοιχείο επιμένει στην πολιτική και θρησκευτική χροιά του είδους με έναν τίτλο-σύνθημα και έναν δίσκο-μανιφέστο. Και εν μέσω αυτών καταφέρνει να παράξει και ένα από τα διαχρονικότερα χιτάκια του είδους στο “Sebe Allah Y’ E”. Ουδόλως περίεργο για ένα άλμπουμ που καταφέρνει να είναι απολύτως ευχάριστο στο αυτί καθ’ όλη τη διάρκειά του και αν δεν αντιληφθείς τους στίχους του (εύκολο, καθώς μόλις δύο τραγούδια είναι στα αγγλικά) μπορεί να το θεωρήσεις μουσική κατάλληλη για cocktail σε πισίνα.
Τραγούδια – κλειδιά: “Sebe Allah Y’ E”, “Αfriki”
http://www.youtube.com/watch?v=aLevUya0pn8