Το 2011 o Παπακωνσταντίνου διάλεξε μια νέα δισκογραφική στέγη για να στεγάσει τον για μήνες «περιπλανώμενο» και πολυαναμενόμενο «Ελάχιστο Εαυτό», την Inner Ear.
Η 20χρονή προσφορά του Θανάση Παπακωνσταντίνου στο ελληνικό τραγούδι έχει ήδη καταγραφεί ως σημαντική και ο ίδιος έχει από καιρό κερδίσει το δικαίωμα να κάνει οτιδήποτε του καπνίσει.
Ο Ελάχιστος Εαυτός δεν είναι καθόλου… ελάχιστος. Αποτελεί μια πλούσια παραγωγή, απ’ αυτές που, λόγω των οικονομικών συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα μας, θα ακούμε όλο και πιο σπάνια στο μέλλον. Ο ήχος είναι κρυστάλλινος, συμμετέχουν πολλοί μουσικοί σε διάφορα ακουστικά και ηλεκτρικά όργανα και το πακέτο στο οποίο φιλοξενείται το cd είναι προσεγμένο μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια – στα γνωστά υψηλά στάνταρ της Inner Ear.
Σ’ αυτό το δίσκο ο Φώτης Σιώτας, σταθερός συνεργάτης του Θανάση Παπακωνσταντίνου τα τελευταία χρόνια αναλαμβάνει έναν πιο ουσιαστικό ρόλο ως ο βασικός ενορχηστρωτής των περισσοτέρων τραγουδιών.
Δεν είναι, όμως, σπουδαίο μόνο το περιτύλιγμα και το τεχνικό μέρος του νέου αυτού δίσκου καθώς, για άλλη μια φορά, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου δείχνει ανήσυχος και δεν επαναπαύεται σε όσα έχει μέχρι σήμερα κατακτήσει – γεγονός ακόμα πιο αξιοθαύμαστο αν αναλογιστεί κανείς ότι μιλάμε όχι για κάποιο νέο καλλιτέχνη αλλά για άνθρωπο με καλά πατημένα τα πενήντα του χρόνια. Τα 12 κομμάτια που περιέχονται στον Ελάχιστο Εαυτό κινούνται στα υψηλά επίπεδα που έχουμε συνηθίσει πια να περιμένουμε από εκείνον.
Όσον αφορά το στιχουργικό μέρος του δίσκου , δεν θα βρει κανείς μεγάλες εκπλήξεις – άλλωστε, μετά από τόσα τραγούδια, ο χαρακτήρας των μελωδιών του Παπακωνσταντίνου είναι πια αναγνωρίσιμος.
Η μόνη στιγμή που ακούγεται ιδιαίτερα «φρέσκια» είναι η Ανταρκτική, μια σύντηξη της τραχιάς φωνής του Λαρισαίου με τη βελούδινη εκφορά του Ορφέα Περίδη.
Αν έπρεπε να ξεχωρίσω κάποια τραγούδια του δίσκου θα στεκόμουν στα «Ποιος θα με θυμάται», «San Michele», «Σαν παιδί» και «Σιμούν».
Ναι, δεν πιάνει κορυφή ο Ελάχιστος Εαυτός. Αλλά μιλάμε για την κορυφή που έχει αγγίξει στο παρελθόν ο ίδιος ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Γιατί αν βάλουμε το νέο του αυτό πόνημα δίπλα σε οτιδήποτε κυκλοφορεί αυτή τη στιγμή στην ελληνική δισκογραφία, το πράγμα αλλάζει και η «κρίση» είναι σαφέστατα ευνοϊκότερη. Και νομίζω ότι αυτό θα αποδειχθεί σε λίγους μήνες από σήμερα, όταν θα αρχίσουμε να τον συναντάμε στις διάφορες λίστες με τα καλύτερα άλμπουμ της χρονιάς.