Γιάννης Κότσιρας

Παράξενο Τσίρκο #22

Πρίν λίγες μέρες πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση μιας νέας σπουδαίας δισκογραφικής δουλειάς με τίτλο “Παράξενο Τσίρκο” σε μουσική του Μανόλη Ανδρουλιδάκη και στίχους του Δημήτρη Λέντζου. Τα τραγούδια του του νέου αυτού δίσκου που κυκλοφόρησε απο τις εκδόσεις Μετρονόμος ερμηνεύουν οι Γιάννης Κότσιρας, Ρίτα Αντωνοπούλου, Μίλτος Πασχαλίδης, Σοφία Παπάζογλου, ο Απόστολος Ρίζος και ο Μανόλης Ανδρουλιδάκης. Απο τον δίσκο αυτόν ξεχωρίσαμε το ομώνυμο τραγούδι με τίτλο “Παράξενο Τσίρκο¨που ερμηνεύει ο Γιάννης Κότσιρας και όπως αναφέρεται απο τους δημιουργούς, είναι αφιερωμένο στον Δημήτρη Μητροπάνο. 

Το παράξενο τσίρκο είναι μια παράσταση με σχοινοβάτες, ξυλοπόδαρους, μάγους, λαγούς, νάνους, αρλεκίνους, λιοντάρια, παλιάτσους και ότι άλλο πρέπει να έχει ένα σοβαρό τσίρκο που σέβεται τον εαυτό του. Το παράξενο είναι, ότι αυτή η παράσταση είναι ιδιωτική και γίνεται κάθε βράδυ σε ένα μικρό δωμάτιο, στο δωμάτιο σου, τόσο κοντά στα όνειρα.

“Παράξενο τσίρκο” (Για τον Δημήτρη Μητροπάνο)

Έρχεται μες στο σπίτι μου το τσίρκο κάθε βράδυ
κι αρχίζει στο σκοτάδι παράσταση ξανά,
κουτσοί οι ξυλοπόδαροι τρυπάνε το ταβάνι
κανένας δεν τους φτάνει σαν τα ψηλά βουνά.

Και στην κλειστή την κάμαρη στη λάμπα κρεμασμένη
χορεύει μεθυσμένη κάτασπρη η μαϊμού
κι εκεί στην ανεμόσκαλα γυμνό τον ακροβάτη
ξορκίζουν στο κρεβάτι με λόγια του χρησμού.

Σα λάβα η φεγγαρόσκονη να στάζει στο πινέλο
στου μάγου το καπέλο το αίμα του λαγού
και πάνω στο τραπέζι μου χορεύουνε οι νάνοι
κι η θάλασσα μελάνι μαύρο του ναυαγού.

Και μέσα στα ηφαίστεια κοιμάται η Χιονάτη
κι εγώ δεν κλείνω μάτι στην νύχτα τη βουβή
και στη ρουλέτα μόνος του ένας ζογκλέρ ποντάρει
του πόθου το λιοντάρι μες το χρυσό κλουβί.

Κι ασήμωσα δυο τάλιρα και μου ‘πε η χαρτορίχτρα
η μαύρη η ρουφήχτρα πως θα με καταπιεί.
Και το νερό τ’ αθάνατο όσο κι αν ασημώσω
τι κι αν το θέλω τόσο κανένας δε θα πιει.

Κι η Κάρμεν με τα κόκκινα και μαύρη καλτσοδέτα
καρφώνει τα στιλέτα στου ταύρου το πανί
και στα χειροκροτήματα πενθούν οι ταυρομάχοι
ποιος κέρδισε τη μάχη απόψε θα φανεί.

Κι απέξω στο παράθυρο παραμονεύει εκείνος
ο μαύρος Αρλεκίνος με κόκκινα φτερά,
μα η ζωή εφτάψυχη βγαίνει σαν την αρτίστα
στη φωτισμένη πίστα με μάτια αστραφτερά.

Στα μακριά τα τσίνορα του νου τ’ ανοιχτομάτη
κόβω του σχοινοβάτη τ’ αόρατο σχοινί
και στης καρδιάς τα σύνορα ρίχνω στο καναβάτσο
το χρόνο τον παλιάτσο και βγαίνω στη σκηνή