«Ντούκου ντούκου η γραφομηχανή, φαίνεται εμπνέει το ντούκου ντούκου», την πείραζε ο Νικόλας Άσιμος. Κι ας ήξερε πως κι η Κατερίνα Κροκανθρώπους αναζητούσε. Αλλά κι εκείνη τον προειδοποιούσε: «Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια. Στο μυαλό είν` ο στόχος, το νου σου, ε;». «Πρέζες υπάρχουν πολλές, αλλά η ηρωίνη σκοτώνει», της τραγουδούσε ο Παύλος Σιδηρόπουλος και η Κατερίνα έδειχνε να συμφωνεί: «Μιλάω για την ηρωίνη γιατί αποδεκάτισε τα παιδιά»…Η Κατερίνα Γώγου γεννήθηκε στην Αθήνα την 1η Ιουνίου 1940.

Η Κατερίνα ένιωθε σαν αγρίμι παγιδευμένο, ήταν διαρκώς σε διωγμό. Τελικά δεν άντεξε και έφυγε… άφησε όμως πίσω τα ποιήματά της που μιλούν ακόμη για εκείνη, με φοβερή δύναμη και άσβηστο πάθος…»σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Ν. Κούνδουρος. Ήδη από πολύ νεαρή ηλικία, εργάστηκε σε παιδικούς θιάσους και στον κινηματογράφο, κυρίως σε ταινίες της Φίνος Φιλμς. Συμμετείχε σε πολλές ταινίες («Το ξύλο βγήκε από τον Παράδεισο/1959», «Άπονη ζωή/1964», «Δεσποινίς Διευθυντής/1964», «Η δε γυνή να φοβείται τον άντρα/1965», «Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση/1971» κ.ά.). Πρωταγωνίστησε επίσης στις ταινίες «Το & βαρύ πεπόνι» (Π. Τάσιου, 1977) για την οποία κέρδισε το Βραβείο Ερμηνείας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, «Παραγγελιά» (Π. Τάσιου, 1980 μέρος της ταινίας βασίζεται σε ποιήματά της) και «Όστρια» (Α. Θωμόπουλου, 1984», ταινία για την οποία συνεργάστηκε στο σενάριο. Για την τελευταία έλαβε το Κρατικό Βραβείο Ερμηνείας και μοιράστηκε το Βραβείο Σεναρίου με τον Α. Θωμόπουλο.

Οι μεγαλύτεροι ή και οι περισσότεροι να γνωρίζουν την Κατερίνα Γώγου ως το αγοροκόριτσο του παλιού ελληνικού κινηματογράφου. Ίσως να έμειναν και με το στόμα ανοιχτό όταν στις αρχές της δεκαετίας του 1980 κυκλοφόρησε το πρώτο της βιβλίο (Τρία κλικ αριστερά). Το ανέμελο κορίτσι του σελιλόιντ κραύγαζε κραυγή μεγάλη, ώριμη γυναίκα πια ηλικιακά και με το πρόσωπο της απελπισίας για δέρμα της. ‘Άνθρωπος υπερκινητικός με μυαλό που δούλευε συνέχεια στο κόκκινο γνώρισε από νωρίς την μέσα ήττα. Ίσως γι’ αυτό η φωνή της βρήκε τέτοια απήχηση στη νεολαία της εποχής. Πριν ακόμα γίνουν καθεστώς τα μπεστ σέλλερ, τα βιβλία της Γώγου έκαναν τη μια έκδοση μετά την άλλη σε μιαν εποχή που η κάθε έκδοση αριθμούσε 3.000 αντίτυπα και όχι 1.000 που είναι (σιωπηρά) σήμερα.
Ήταν ένα σώμα που έζησε ξέφρενα σχεδόν τα πάντα κι ένα μυαλό που κάηκε τελικά από την ανημπόρια του ν’ αντιμετωπίσει το φονικό σύστημα αξιών που επέβαλλε τις ζωές-φωτοτυπίες, γίνηκαν μια τεράστια κραυγή, μια ηχώ απελπισίας, την οποία, εκείνα τα χρόνια τουλάχιστον, οικειοποιήθηκε κατά το πλείστον ο (ιδεολογικός) χώρος των Εξαρχείων .
Ο λόγος της είναι έξω από φόρμες και κυρίως έξω από τα όρια του κινούμενου κατά των εποχών ήθους. Ήταν ασυμβίβαστος. Η Κατερίνα, φωνάζει, η Κατερίνα βρίζει, η Κατερίνα κλαίει, η Κατερίνα ουρλιάζει, η Κατερίνα κομματιάζεται. Αυθεντική όπως ο πόνος. Απόλυτη όπως το αδιέξοδο.

Η ζωή δεν χαρίζεται… Κι όταν γύρναγε με τα πορτοκαλί μαλλιά και τον κρίκο στο ένα αυτί, punk πριν από τους punk, ήταν απλώς για άλλη μια φορά θεατρίνα. Μόνο που σ’ αυτήν την περίπτωση τη μάσκα τη φορούσε για να αντέχει τον καθρέφτη. Δεν της χαρίστηκε ούτε ο θάνατος. Τη βρήκαν στο δρόμο. Η τελευταία υπερβολική δόση. Ναρκωτικά (Χάπια). Από όλες τις προηγούμενες (πόνο, πείνα, απόγνωση, διωγμό) είχε γλυτώσει. Όσοι την γνώρισαν ίσως να την νιώθουν ακόμα καμιά φορά να περνοδιαβαίνει σα σκιά στην πλατεία Εξαρχείων και στη Ναυαρίνου στη Θεσσαλονίκη.
Αυτή είναι η Κατερίνα … Ένας ΑΝΘΡΩΠΟΣ… Γεμάτος ζωή αλλά που δεν τον άφηναν να ζήσει, τον πνίξανε… Κατερίνα τουλάχιστον τώρα ελπίζω να είσαι ελεύθερη… Ε Κατερίνα “Ξέρω πως ποτέ δε σημαδεύουνε στα πόδια Στο μυαλό είναι ο Στόχος, το νου σου ε;” …

Θα την αλλάξουμε την ζωή Κατερίνα…